Άρρωστος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άρρωστος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
болен, болни, болест, по болест, болна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άρρωστος
άρρωστος ο πασχάλης τερζής, άρρωστος ο φίλιππος συρίγος, άρρωστος σκύλος, άρρωστος ονειροκρίτης, άρρωστος καιρός - βασίλης παπακωνσταντίνου, άρρωστος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άρρωστος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άρμα στα βουλγαρικά - колесница, колесницата, колесници, колесниците
- άρπα στα βουλγαρικά - арфа, арфата, гренландски, на арфата
- άρτιος στα βουλγαρικά - дори, дори и, още, още по
- άρτυμα στα βουλγαρικά - есенция, подправка, подправка в
Τυχαίες λέξεις
Άρρωστος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: болен, болни, болест, по болест, болна
Μεταφράσεις: болен, болни, болест, по болест, болна