Άρρωστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: άρρωστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mal, ignorar, enfermo, louco, insano, sicília, doente, doentes, enfermos, doença
Άρρωστος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άρρωστος

άρρωστος ο πασχάλης τερζής, άρρωστος ο φίλιππος συρίγος, άρρωστος σκύλος, άρρωστος ονειροκρίτης, άρρωστος καιρός - βασίλης παπακωνσταντίνου, άρρωστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άρρωστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • άρμα στα πορτογαλικά - biga, carro, carruagem, chariot, quadriga
  • άρπα στα πορτογαλικά - harpa, harp, da harpa, de harpa, a harpa
  • άρτιος στα πορτογαλικά - totalmente, completamente, todo, inteiro, quem, são, total, ...
  • άρτυμα στα πορτογαλικά - aromatizantes, condimento, tempero, condimentos, de condimento, condiment
Τυχαίες λέξεις
Άρρωστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mal, ignorar, enfermo, louco, insano, sicília, doente, doentes, enfermos, doença