Αδύνατος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αδύνατος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слаб, слабо, слаба, слаби, слабата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδύνατος
αδύνατος τύπος προσωπικών αντωνυμιών, αδύνατος ονειροκρίτης, αδύνατος τύπος κτητικής αντωνυμίας, αδύνατος σκύλος, αδύνατος συνώνυμα, αδύνατος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αδύνατος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αδύναμος στα βουλγαρικά - слаб, слаба, хрупкай, слабо, слаби, слабата
- αδύνατον στα βουλγαρικά - невъзможно, възможно, невъзможна, невъзможен, е невъзможно
- αεράκι στα βουλγαρικά - бриз, полъх, лесно, вятър, ветрец
- αερίζω στα βουλγαρικά - излагам, проветрявам, проветрете, проветри, се проветри
Τυχαίες λέξεις
Αδύνατος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: слаб, слабо, слаба, слаби, слабата
Μεταφράσεις: слаб, слабо, слаба, слаби, слабата