Ακάθεκτος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ακάθεκτος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
буен, стремителен, необуздан, стремителна, стремителния
Ακάθεκτος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακάθεκτος

ακάθεκτος ετυμολογία, ακάθεκτος συνώνυμα, ακάθεκτος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακάθεκτος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αιώνιος στα βουλγαρικά - вечен, вечно, вечна, вечния, вечното
  • ακάθαρτος στα βουλγαρικά - нечист, нечисто, нечисти, нечиста, за нечист
  • ακέραιος στα βουλγαρικά - цяло, цял, цялата, целия, цялото
  • ακίνητο στα βουλγαρικά - свойство, качество, собственост, недвижим имот, недвижимо имущество, недвижими имоти, за имоти, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακάθεκτος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: буен, стремителен, необуздан, стремителна, стремителния