Λέξη: φιλάργυρος

Σχετικές λέξεις: φιλάργυρος

φιλάργυρος μπεζος εισητηρια, φιλάργυρος αθηνοραμα, φιλάργυρος ηθοποιοι, φιλάργυρος μολιέρου, φιλάργυρος του μολιέρου, φιλάργυρος συνώνυμα, φιλάργυρος μολιέρος υποθεση, φιλάργυρος του μολιέρου υπόθεση, φιλάργυρος μολιέρος κείμενο, φιλάργυρος του μολιέρου κτιριο τσιλλερ - κεντρικη σκηνη

Συνώνυμα: φιλάργυρος

ρυπαρός, ζαμερπής, πρόστυχος, τσιγκούνης, ανελεύθερος, στενής αντιλήψεως, τσιγγούνικος, πτωχικός, πενιχρός, φειδωλός

Μεταφράσεις: φιλάργυρος

φιλάργυρος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
miser, miserly, avaricious, niggardly, stingy

φιλάργυρος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
codicioso, ávido, avaro, avariento, miser, tacaño, miserable

φιλάργυρος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
habgierig, geldgierig, gierig, geizhals, geizig, begehrlich, Geizhals, Geizkragen, miser

φιλάργυρος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rapace, mesquin, cupide, radin*, chiche, avare, avide, serré, avaricieux, pingre, grigou, cancre, harpagon, miser, l'avare, ladre

φιλάργυρος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
avido, tirchio, cupido, avaro, taccagno, spilorcio, miser, dell'avaro

φιλάργυρος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cobiçoso, ávido, sequioso, sedento, avarento, avaro, miser, sovina, miserável

φιλάργυρος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vrekkig, pinnig, inhalig, schraperig, belust, gierig, begerig, gretig, happig, hebzuchtig, vrek, gierigaard, miser, schraper

φιλάργυρος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сквалыга, алчный, прижимистый, скаред, жмот, скупой, скряга, скупердяй, скаредный, крохобор, жадный, корыстолюбивый, скопидом, скупец, скрягой

φιλάργυρος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grådig, gnier, begjærlig, gjerrig, miser, sørgelig, gjerrigknark

φιλάργυρος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snål, sniken, girig, girigbuk, snåljåp, miser, miseren

φιλάργυρος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nuuka, itara, ahne, ahnas, saita, himokas, visukinttu, kitsas, saituri, kitupiikki, miser

φιλάργυρος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gerrig, gnier, gnieren, miser, gnierens

φιλάργυρος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chamtivý, skrblík, lakomý, skoupý, skrblický, lačný, lakomec, lakotný, hrabivý, Miser, škrob

φιλάργυρος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sknera, kutwa, dusigrosz, skąpy, skąpiradło, skąpiec, miser, sknerą, skąpcem

φιλάργυρος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fösvény, zsugori, miser, zsugori ember

φιλάργυρος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cimri, hasis, miser, tasarruflu, kullanımında cimri, paragöz

φιλάργυρος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
миші, скупість, скупий, недостовірний, скнара, скряга

φιλάργυρος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
koprrac, neqez, makut, bëhesh mizorë duke mos, kurnac

φιλάργυρος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скъперник, заклет скъперник, скъпернически

φιλάργυρος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скнара

φιλάργυρος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tühisus, ahne, ihnuskoi, kooner, rahakorjaja, miser

φιλάργυρος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gulikoža, jadno, pohlepan, škrto, tvrdica, škrtac, bijedno, gramziv, škrt, nedostojan, kukavan, bijedan, škrtog, škrtica

φιλάργυρος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
miser

φιλάργυρος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
avarus

φιλάργυρος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šykštuolis, miser, Skąpiradło, Harpagon, Kutwa

φιλάργυρος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skopulis, sīkstulis, miser, urbis

φιλάργυρος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
скржавец, скржав

φιλάργυρος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lacom, avar, sărman, miser, zgârcit, zgarcit

φιλάργυρος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Skopuh, miser, Škrtac, Tvrdica

φιλάργυρος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hrabivý, lakomý, lakomec, lakotný, chamtivec, milujúci peniaz

Στατιστικά δημοτικότητας: φιλάργυρος

Τυχαίες λέξεις