Αναιρώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναιρώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отрекат, отрече, се отрече, отрекат от, се отрекат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναιρώ
αναιρώ κλιση, αναιρώ english, αναιρώ συνώνυμα, αναιρώ μετάφραση, αναιρώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναιρώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναιμία στα βουλγαρικά - анемия, анемията, анемия по, на анемия
- αναιμικός στα βουλγαρικά - анемичен, анемични, анемично, анемичното, анемична
- αναισθησία στα βουλγαρικά - анестезия, упойка, анестезията, на анестезия
- ανακάλυψη στα βουλγαρικά - откритие, откриване, откриването, откритието, открития
Τυχαίες λέξεις
Αναιρώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отрекат, отрече, се отрече, отрекат от, се отрекат
Μεταφράσεις: отрекат, отрече, се отрече, отрекат от, се отрекат