Αναιρώ στα δανικά
Μετάφραση: αναιρώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναιρώ
αναιρώ κλιση, αναιρώ english, αναιρώ συνώνυμα, αναιρώ μετάφραση, αναιρώ λεξικό γλώσσας δανικά, αναιρώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναιμία στα δανικά - anæmi, blodmangel, anæmi i, anemia
- αναιμικός στα δανικά - anæmiske, anemic, anæmisk, blodfattigt, blodmangel
- αναισθησία στα δανικά - anæstesi, bedøvelse, bedøvelsen, anæstesiapparater, narkose
- ανακάλυψη στα δανικά - opdagelse, opdagelsen, fundet, discovery
Τυχαίες λέξεις
Αναιρώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage
Μεταφράσεις: afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage