Ανταμείβω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανταμείβω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
награда, възнаграждение, наградата, срещу възнаграждение, заплащане
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανταμείβω
ανταμείβω αγγλικα, ανταμείβω στα αγγλικα, ανταμείβω κλιση, ανταμείβω συνώνυμα, ανταμείβω λεξικό, ανταμείβω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανταμείβω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανταγωνισμός στα βουλγαρικά - вражда, антагонизъм, конкуренция, конкурс, конкуренцията, на конкуренцията
- ανταλλάσσω στα βουλγαρικά - обмен, размяна, обмяна, замяна, обмен на
- ανταμοιβή στα βουλγαρικά - награда, възнаграждение, наградата, срещу възнаграждение, заплащане
- αντανακλαστικός στα βουλγαρικά - рефлексивен, рефлексивна, рефлексивно, рефлексивната, рефлексивното
Τυχαίες λέξεις
Ανταμείβω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: награда, възнаграждение, наградата, срещу възнаграждение, заплащане
Μεταφράσεις: награда, възнаграждение, наградата, срещу възнаграждение, заплащане