Ανταμείβω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανταμείβω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
laun, verðlaun, umbun, launin, að laun
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανταμείβω
ανταμείβω αγγλικα, ανταμείβω στα αγγλικα, ανταμείβω κλιση, ανταμείβω συνώνυμα, ανταμείβω λεξικό, ανταμείβω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανταμείβω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανταγωνισμός στα ισλανδικά - samkeppni, keppni, keppni á
- ανταλλάσσω στα ισλανδικά - skipti, Heimilisskipti, gengi, Exchange, verðbréfamarkaði
- ανταμοιβή στα ισλανδικά - laun, verðlaun, umbun, launin, að laun
- αντανακλαστικός στα ισλανδικά - reflexive
Τυχαίες λέξεις
Ανταμείβω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: laun, verðlaun, umbun, launin, að laun
Μεταφράσεις: laun, verðlaun, umbun, launin, að laun