Αφεντικό στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αφεντικό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шеф, шефа, шефът, бос, на шефа
Αφεντικό στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφεντικό

αυθεντικό συνώνυμα, αφεντικό ονειροκρίτης, αφεντικό στα αγγλικά, αφεντικό για σκότωμα, αφεντικό ετυμολογία, αφεντικό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αφεντικό στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αφειδής στα βουλγαρικά - разкошен, прекален, богат, изобилен, пищен
  • αφελής στα βουλγαρικά - наивен, наивно, наивни, наивна, нелекувани
  • αφηγητής στα βουλγαρικά - разказвач, разказвача, на разказвача, Разказвачът, Диктор
  • αφηγούμαι στα βουλγαρικά - казвам, хроника, разправям, повторно преброяване, повторно преброяване на гласовете, преброяване, разкаже
Τυχαίες λέξεις
Αφεντικό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шеф, шефа, шефът, бос, на шефа