Λέξη: συνομιλία

Σχετικές λέξεις: συνομιλία

συνομιλία μπαλτάκου με κασιδιάρη, συνομιλία facebook, συνομιλία κασιδιάρη, συνομιλία μπαλτάκος, συνομιλία στο facebook, συνομιλία μπαλτάκου, συνομιλία με τον προκοφιεφ παρτιτουρα, συνομιλία μπαλτάκου - κασιδιάρη από κρυφή κάμερα, συνομιλία κασιδιάρη μπαλτάκου, συνομιλία μπαλτάκου-κασιδιάρη

Συνώνυμα: συνομιλία

ομιλία, διάλογος, συζήτηση, κουβέντα, συνδιάλλαξη, συνδιάλεξη

Μεταφράσεις: συνομιλία

συνομιλία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conversation, chat, call, talk, chatting

συνομιλία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
diálogo, coloquio, conversación, la conversación, conversaciones, una conversación, de conversación

συνομιλία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
konversation, informationsaustausch, unterhaltung, gespräch, Unterhaltung, Gespräch, Konversation, Gesprächs

συνομιλία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conversation, causerie, colloque, dialogue, entretien, la conversation, conversations, une conversation

συνομιλία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
discorso, conversazione, colloquio, conversazioni, la conversazione, di conversazione

συνομιλία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conversação, conversa, conversas, de conversação, diálogo

συνομιλία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gesprek, onderhoud, conversatie, gesprekken, een gesprek, gesprek te

συνομιλία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
беседа, разговор, разговора, переписку, беседы

συνομιλία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
samtale, samtalen, samtaler

συνομιλία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
samtal, konversation, samtalet, konversationen, konversations

συνομιλία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keskustelu, vuoropuhelu, puhelu, sanailu, keskustelun, keskustelua, keskusteluun, keskustella

συνομιλία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
konversation, samtale, samtalen, samtaler

συνομιλία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hovor, rozhovor, konverzace, pohovor, rozmluva, konverzaci, rozhovoru

συνομιλία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozmowa, konwersacja, zamiana, rozmowy, rozmowę, konwersacji

συνομιλία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beszélgetés, beszélgetést, a beszélgetés, beszélgetésben, társalgás

συνομιλία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
konuşma, sohbet, görüşme, bir konuşma, ileti dizisi

συνομιλία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бесіда, розмова, розмову, розмови

συνομιλία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bisedë, biseda, bisede, bisedë e, bisedë të

συνομιλία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разговор, разговора, разговори, кореспонденция

συνομιλία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
размова, размову, гутарка, гутарку, гаворка

συνομιλία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vestlus, vestluse, vestlust, vestluses, meilivestlus

συνομιλία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
konverzacija, diskusija, razgovor, razgovora, razgovoru, je razgovor

συνομιλία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samtal, viðtal, Samtalið, samtali, Samtalinu, samræður

συνομιλία στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sermo

συνομιλία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pokalbis, pokalbį, pokalbio, Dialogas, pokalbių

συνομιλία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
saruna, sarunu, sarunas, tases

συνομιλία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разговор, конверзација, разговорот, конверзацијата, го разговорот

συνομιλία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
conversație, conversatie, conversația, conversații, discuție

συνομιλία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pogovor, pogovora, pogovoru, pogovorov

συνομιλία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozhovor, konverzácia, konverzácie, diskusie, konverzace, konverzáciu

Στατιστικά δημοτικότητας: συνομιλία

Τυχαίες λέξεις