Δαχτυλίδι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δαχτυλίδι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пръстен, пръстена, пръстенна, пръстенен
Δαχτυλίδι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δαχτυλίδι

δαχτυλίδι σμαράγδι, δαχτυλίδι της φωτιάς, δαχτυλίδι αρραβώνων, δαχτυλίδι που αλλάζει χρώμα, δαχτυλίδι γύρω από τον ήλιο, δαχτυλίδι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δαχτυλίδι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δασύς στα βουλγαρικά - рошав, рунтава, рунтаво, на мъхести, космат
  • δασώδης στα βουλγαρικά - горист, залесени, гориста, залесена, залесените
  • δείγμα στα βουλγαρικά - жетон, образец, проба, пробата, извадка
  • δείκτης στα βουλγαρικά - стрелка, индекс, индекса, индекс на, Индексът на, показател
Τυχαίες λέξεις
Δαχτυλίδι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пръстен, пръстена, пръстенна, пръстенен