Εκών στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκών, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
волю, Willy, Уили, немай, от немай
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκών
εκών άκον, εκών άκων τι σημαίνει, εκών κλιση, εκών άκων ερμηνεία, εκών άκων, εκών λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκών στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκφύλιση στα βουλγαρικά - израждане, дегенериране, дегенерация, Дегенерацията, Degeneration
- εκχύλισμα στα βουλγαρικά - извлечение, екстракт, екстракт от, екстракти от
- ελάσσων στα βουλγαρικά - непълнолетен, второстепенен, незначителен, незначително, незначителни
- ελάττωμα στα βουλγαρικά - дефект, дефекти, недостатък, дефекта
Τυχαίες λέξεις
Εκών στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: волю, Willy, Уили, немай, от немай
Μεταφράσεις: волю, Willy, Уили, немай, от немай