Εκών στα ρωσικά
Μετάφραση: εκών, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
радушно, охотно, Уилли, волей, Вилли, Willy, вольно
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκών
εκών άκον, εκών άκων τι σημαίνει, εκών κλιση, εκών άκων ερμηνεία, εκών άκων, εκών λεξικό γλώσσας ρωσικά, εκών στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- εκφύλιση στα ρωσικά - упадок, вырождение, перерождение, дегенерация, дегенеративность, дегенерации, Degeneration
- εκχύλισμα στα ρωσικά - вытянуть, выбирать, выписывать, выписать, удалиться, втаскивать, вынуть, ...
- ελάσσων στα ρωσικά - ничтожный, ребенок, маленький, несовершеннолетний, недоросль, копеечный, минорный, ...
- ελάττωμα στα ρωσικά - недостача, недостаток, порок, дезертировать, дефицит, изъян, нехватка, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκών στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: радушно, охотно, Уилли, волей, Вилли, Willy, вольно
Μεταφράσεις: радушно, охотно, Уилли, волей, Вилли, Willy, вольно