Επιβλητικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιβλητικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
налагане, за налагане, за налагане на, налагане на, налагането
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβλητικός
επιβλητικός ορισμος, επιβλητικός μετάφραση, επιβλητικός σημασια, επιβλητικός συνώνυμα, επιβλητικός στα αγγλικά, επιβλητικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιβλητικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιβλέπω στα βουλγαρικά - надзирава, надзиравам, завеждам, надзирават, контролирам
- επιβλαβής στα βουλγαρικά - вреден, вредни, вредно, вредното, вредна
- επιβολή στα βουλγαρικά - изпълнение, прилагане, изпълнението, прилагането, правоприлагане
- επιβραδύνω στα βουλγαρικά - забавям, спъвам, ретард, кретен, забавящия
Τυχαίες λέξεις
Επιβλητικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: налагане, за налагане, за налагане на, налагане на, налагането
Μεταφράσεις: налагане, за налагане, за налагане на, налагане на, налагането