Επιβλητικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιβλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
владний, зляканий, авторитетний, облагороджений, надійний, застрашливий, піднесений, значний, вражаючий, чималий, значне, переконливий
Επιβλητικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβλητικός

επιβλητικός ορισμος, επιβλητικός μετάφραση, επιβλητικός σημασια, επιβλητικός συνώνυμα, επιβλητικός στα αγγλικά, επιβλητικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιβλητικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιβλέπω στα ουκρανικά - підгляньте, підглядати, наглядати, контролювати, нагляньте, проконтролювати, управляти, ...
  • επιβλαβής στα ουκρανικά - шкідливий, вредний, шкідливе, шкідлива, найшкідливіший
  • επιβολή στα ουκρανικά - силування, примус, тиск, примушення, змушування, примушування
  • επιβραδύνω στα ουκρανικά - репресивний, відповідний, гальмувати, гальмуватиме, гальмуватимуть
Τυχαίες λέξεις
Επιβλητικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: владний, зляканий, авторитетний, облагороджений, надійний, застрашливий, піднесений, значний, вражаючий, чималий, значне, переконливий