Ευφρόσυνος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ευφρόσυνος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ликуващ, тържествуващ, ликуваща, ликуващо, ликуващия
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευφρόσυνος
άγιος ευφρόσυνος, γέροντασ ευφρόσυνοσ, ευφρόσυνος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ευφρόσυνος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ευφραδής στα βουλγαρικά - гладък, свободен, плавен, Владее, с перфектен
- ευφροσύνη στα βουλγαρικά - възторг, дон
- ευφυΐα στα βουλγαρικά - интелигентност, разузнаване, интелект, разузнаването, разузнавателна
- ευφυής στα βουλγαρικά - остроумен, духовит, остроумни, остроумна, остроумно
Τυχαίες λέξεις
Ευφρόσυνος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ликуващ, тържествуващ, ликуваща, ликуващо, ликуващия
Μεταφράσεις: ликуващ, тържествуващ, ликуваща, ликуващо, ликуващия