Θερμοκήπιο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θερμοκήπιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парник, парникови, на парникови, парниковите, парников
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θερμοκήπιο
θερμοκήπιο κόστος, θερμοκήπιο 18 τετραγωνικών, θερμοκήπιο ιστορική εξέλιξη, θερμοκήπιο κατασκευή, θερμοκήπιο κήπου, θερμοκήπιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θερμοκήπιο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θερμαίνω στα βουλγαρικά - топлина, thermaino
- θερμικός στα βουλγαρικά - термичен, топлинен, термален, топлинна, термична
- θερμοκοιτίδα στα βουλγαρικά - инкубатор, инкубатора, инкубатор с, инкубатори
- θερμοκρασία στα βουλγαρικά - температура, температурата, температура в, температура на
Τυχαίες λέξεις
Θερμοκήπιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: парник, парникови, на парникови, парниковите, парников
Μεταφράσεις: парник, парникови, на парникови, парниковите, парников