Θριαμβευτικά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θριαμβευτικά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тържествуващо, ликуващо, радостно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θριαμβευτικά
θριαμβευτικά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θριαμβευτικά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θρησκευτικός στα βουλγαρικά - религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната
- θρησκευόμενος στα βουλγαρικά - религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната
- θριαμβευτικός στα βουλγαρικά - триумфиращ, тържествуващ, победоносен, триумфално, триумфалното
- θριαμβεύω στα βουλγαρικά - триумф, триумфа, тържество, триумфално, триумфира
Τυχαίες λέξεις
Θριαμβευτικά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тържествуващо, ликуващо, радостно
Μεταφράσεις: тържествуващо, ликуващо, радостно