Λέξη: θριαμβευτικά

Μεταφράσεις: θριαμβευτικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
triumphantly, jubilantly, triumphant, triumph, in triumph
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
jubilosamente, júbilo, con júbilo, jubiloso, jubilosos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
triumphierend, erfolgreiche, jubelnd, jubilantly, Jubel, jubilierend, frohlockend
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
triomphalement, jubilation, avec jubilation, jubilant, liesse, jubilatoire
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giubilante, jubilantly, giubilo, con giubilo, esultante
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jubilantemente, jubilantly, júbilo, jubilosamente, com júbilo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
juichend, jubilantly, jubelend, triomfantelijk, juichende
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
радостно, ликующе, ликуя, с ликованием
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
jubilantly, jublet, jublende
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
triumfer, jublande, triumferande
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jubilantly, riemukkaasti
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
jublende, triumferende, glædestrålende, jubel
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
triumfálně, jásavě, vítězoslavně, nadšeně, jásotem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tryumfalnie, tryumfująco, radośnie, triumfalnie, uroczyście
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
diadalmasan, ujjongva
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sevinçle, coşkuyla
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
переможно, радісно, радо
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тържествуващо, ликуващо, радостно
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
радасна, радасцю, з радасцю
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juubeldavalt
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
jubilând
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jubilantly
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
jasavo, jasotom, s jasotom
Τυχαίες λέξεις