Θριαμβευτικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θριαμβευτικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jubilantemente, jubilantly, júbilo, jubilosamente, com júbilo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θριαμβευτικά
θριαμβευτικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θριαμβευτικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θρησκευτικός στα πορτογαλικά - religioso, religião, religiosa, religiosos, religiosas
- θρησκευόμενος στα πορτογαλικά - religioso, religião, religiosa, religiosos, religiosas
- θριαμβευτικός στα πορτογαλικά - triunfante, triunfal, triunfo, triunfantes, vitoriosa
- θριαμβεύω στα πορτογαλικά - triturar, triunfar, jubilar, triunfo, vitória, o triunfo, sucesso
Τυχαίες λέξεις
Θριαμβευτικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: jubilantemente, jubilantly, júbilo, jubilosamente, com júbilo
Μεταφράσεις: jubilantemente, jubilantly, júbilo, jubilosamente, com júbilo