Θρόνος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θρόνος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
трон, престола, престол, трона, тронната
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρόνος
δεσποτικός θρόνος, θρόνος του ξέρξη, θρόνοσ αμαρίου, θρόνος συνωνυμα, θρόνος του αίματος, θρόνος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θρόνος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θρυμματίζω στα βουλγαρικά - окади, троша, рушат, се рушат, се разпада, рухна
- θρόισμα στα βουλγαρικά - шептене, фуча, фучене, стенене
- θρύλος στα βουλγαρικά - легенда, легендата, Legend, предание
- θυγατρική στα βουλγαρικά - филиал, дъщерно дружество, дъщерно, дъщерно предприятие, субсидиарна
Τυχαίες λέξεις
Θρόνος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: трон, престола, престол, трона, тронната
Μεταφράσεις: трон, престола, престол, трона, тронната