Ιδιοτελής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ιδιοτελής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
користен, собствените си интереси, от собствените си интереси, егоистично, користолюбиво
Ιδιοτελής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιοτελής

ιδιοτελής συνώνυμο, ιδιοτελής λεξικο, ιδιοτελής ετυμολογία, ιδιοτελής ορισμός, ανιδιοτελής λεξικο, ιδιοτελής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ιδιοτελής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ιδιορρυθμία στα βουλγαρικά - особеност, особености, специфика, странност
  • ιδιοτέλεια στα βουλγαρικά - себелюбие, егоизъм, егоизма, егоизмът, себичност
  • ιδιωτικός στα βουλγαρικά - частен, лично, частния, частни, частно
  • ιδιόμορφος στα βουλγαρικά - странен, особен, особена, своеобразен, своеобразна
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοτελής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: користен, собствените си интереси, от собствените си интереси, егоистично, користолюбиво