Κλήμα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κλήμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лоза, лози, лозата, лозови, лозов
Κλήμα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλήμα

κλήμα δωρίδος, κλήμα σκοπέλου, κλήμα σταφύλι, κλήμα σε γλάστρα, κλήμα παυσανία, κλήμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κλήμα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κλάψιμο στα βουλγαρικά - квичащия, klapsimo
  • κλέβω στα βουλγαρικά - крада
  • κλήρος στα βουλγαρικά - много, духовенство, духовници, духовенството, свещеници, клирици
  • κλήση στα βουλγαρικά - назовавам, именувам, повикване, обаждане, покана, разговор, призив
Τυχαίες λέξεις
Κλήμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лоза, лози, лозата, лозови, лозов