Λέξη: καυχησιάρης
Σχετικές λέξεις: καυχησιάρης
καυχησιάρησ συνωνυμα
Συνώνυμα: καυχησιάρης
καυχηματίας
Μεταφράσεις: καυχησιάρης
καυχησιάρης στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
braggart, boaster, blusterous
καυχησιάρης στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fanfarrón, jactancioso, boaster, presumido
καυχησιάρης στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
angeberin, angeber, Angeber, Prahler, Aufschneider, boaster, Prahlhans
καυχησιάρης στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rodomont, vantard, fanfaron, hâbleur, gloriole, présomptueux
καυχησιάρης στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spaccone, sbruffone, millantatore, boaster, fanfarone
καυχησιάρης στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fanfarrão, ostentador, boaster, jactancioso, falador
καυχησιάρης στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pocher, opschepper, grootspreker, de pocher, boaster
καυχησιάρης στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хвастунья, фанфарон, хвастливый, хвастун, бахвал, хвастуном, скарпель, хвастунишка
καυχησιάρης στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
boaster, skryt, skrythals, skrytepave
καυχησιάρης στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
boaster, skrävlare
καυχησιάρης στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mahtailija, kerskuria
καυχησιάρης στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pralhals, pralhans, lille pralhals, pralede
καυχησιάρης στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chvastoun, chlubil
καυχησιάρης στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chwalipięta, samochwała, blagier, łgarz, samochwał, dłuto rzeźbiarskie, boaster
καυχησιάρης στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hencegő
καυχησιάρης στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
palavracı, boaster, övünen kimse, övünen
καυχησιάρης στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хвалькуватий, хвалько, хвастун
καυχησιάρης στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mburravec
καυχησιάρης στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
самохвалко, каменоделско длето
καυχησιάρης στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хвалько, хвастун, самахвал
καυχησιάρης στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hoopleja, kiidukukk, ärpleja, Mahtailija, suurustaja
καυχησιάρης στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
hvalisavac
καυχησιάρης στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
boaster
καυχησιάρης στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pagyrūnas, Dantis, Lielībnieks, Blagier, Ilgai rzeźbiarskie
καυχησιάρης στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lielībnieks
καυχησιάρης στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
boaster
καυχησιάρης στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lăudăros
καυχησιάρης στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
boaster
καυχησιάρης στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chválil, pochválil, nechcem chváliť, chvalil