Κόμπος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κόμπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поклон, възел, възела, на възел, възлов
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόμπος
κόμπος στο λαιμό, κόμπος windsor, κόμπος albright, κόμπος γραβάτας, κόμπος στον οισοφάγο, κόμπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κόμπος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κόμματος στα βουλγαρικά - птица, момиче, парти, страна, партия, лице
- κόμμωση στα βουλγαρικά - прическа, украшение за глава, шапка, украшение, украшения за глава
- κόπανος στα βουλγαρικά - идиот, друсане, дръпване, рязко движение
- κόπος στα βουλγαρικά - труд, неспокойство, трудов, труда, на труда, трудовия
Τυχαίες λέξεις
Κόμπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: поклон, възел, възела, на възел, възлов
Μεταφράσεις: поклон, възел, възела, на възел, възлов