Κύριος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κύριος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скрепва, специалист, основен, главен, основната, основна, главната
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κύριος
κύριος γρανάζης, κύριος και κυρία πελς, κύριος πιμποντι, κύριος μαβίλη, κύριος κ, κύριος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κύριος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κύμα στα βουλγαρικά - вълна, волна, вълната, вълни, на вълната, вълните
- κύπελλο στα βουλγαρικά - трофей, чаша, чашка, Cup, чашата, Къп
- κύρος στα βουλγαρικά - авторитет, сила, престиж, престижа, престижен, авторитета
- κύρτωμα στα βουλγαρικά - изпъкналост, кривина, камери са ориентирани, страничен наклон на предните, наклон на предните
Τυχαίες λέξεις
Κύριος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: скрепва, специалист, основен, главен, основната, основна, главната
Μεταφράσεις: скрепва, специалист, основен, главен, основната, основна, главната