Μαστίχα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μαστίχα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
туткал, мастика, мастик, смола, кит, замазка
Μαστίχα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαστίχα

μαστίχα σοπ, μαστίχα κοπανισμένη, μαστίχα στα αγγλικά, μαστίχα τιμή, μαστίχα χίου, μαστίχα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μαστίχα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μαστάρι στα βουλγαρικά - mastari
  • μαστίζω στα βουλγαρικά - бич, нападам, гъмжа, изобилствувам, заразява, заразяването на
  • μαστιγώνω στα βουλγαρικά - бич, шибам, бият, шиба, биете, бия с камшик
  • μαστροπός στα βουλγαρικά - сводник, Pimp, сутеньор, сводника
Τυχαίες λέξεις
Μαστίχα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: туткал, мастика, мастик, смола, кит, замазка