Μηχάνημα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μηχάνημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
автомобил, план, машина, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μηχάνημα
μηχάνημα βιβλιοδεσίας, μηχάνημα jupiter, μηχάνημα εμφιάλωσης χειρός, μηχάνημα κοιλιακών, μηχάνημα θερμοκόλλησης, μηχάνημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μηχάνημα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μητρόπολη στα βουλγαρικά - град, столица, метрополия, Metropolis, метрополис, мегаполис
- μητρότητα στα βουλγαρικά - материнство, бременност, майчинство, майчинството, на майчинството
- μηχανάκι στα βουλγαρικά - рулетка, мотор, на мотор
- μηχανή στα βουλγαρικά - двигател, мотор, велосипед, машина, машината, машини, машина за
Τυχαίες λέξεις
Μηχάνημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: автомобил, план, машина, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството
Μεταφράσεις: автомобил, план, машина, приспособление, уред, апарат, устройство, устройството