Μπουκαπόρτα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μπουκαπόρτα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
люк, шлюз, щрих, люпене, люка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπουκαπόρτα
μπουκαπόρτα πλοίου, μπουκαπόρτα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μπουκαπόρτα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μπουκάλι στα βουλγαρικά - бутилка, бутилката, шише, бутилки
- μπουκέτο στα βουλγαρικά - букет, букета, букет от, букети
- μπουκιά στα βουλγαρικά - хапка, глътка, пълна уста, на хапка
- μπουμπουνίζω στα βουλγαρικά - грохот, boumpounizo
Τυχαίες λέξεις
Μπουκαπόρτα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: люк, шлюз, щрих, люпене, люка
Μεταφράσεις: люк, шлюз, щрих, люпене, люка