Μπουκαπόρτα στα ουκρανικά
Μετάφραση: μπουκαπόρτα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ґрати, заслінка, обдумувати, народжуватись, люк
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπουκαπόρτα
μπουκαπόρτα πλοίου, μπουκαπόρτα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπουκαπόρτα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μπουκάλι στα ουκρανικά - сулія, флакон, консервування, бутель, ріжок, вино, пляшка, ...
- μπουκέτο στα ουκρανικά - букет, аромат
- μπουκιά στα ουκρανικά - хвалько, хвастун, оратор, ковток, глоток, горлянок
- μπουμπουνίζω στα ουκρανικά - грюкіт, грім, гуркотати, грюкотіти, грюкання, грюкати, boumpounizo
Τυχαίες λέξεις
Μπουκαπόρτα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ґрати, заслінка, обдумувати, народжуватись, люк
Μεταφράσεις: ґрати, заслінка, обдумувати, народжуватись, люк