Νέος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: νέος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
млад, млада, младия, младата, младият
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νέος
νέος κόσμος, νέος αναπτυξιακός νόμος, νέος μεταναστευτικός κώδικας, νέος κώδικας μετανάστευσης, νέος οικοδομικός κανονισμός, νέος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νέος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- νέα στα βουλγαρικά - новости, новини, новина, News, на училища
- νέκταρ στα βουλγαρικά - амброзия, нектар, нектара, на нектар, нектари
- νήμα στα βουλγαρικά - нишка, конец, резба, конци, сраници
- νίψιμο στα βουλγαρικά - миене, пране, измиване, промиване, перална
Τυχαίες λέξεις
Νέος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: млад, млада, младия, младата, младият
Μεταφράσεις: млад, млада, младия, младата, младият