Ντεμοντέ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ντεμοντέ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
старомоден, старомодна, старомодно, старомодния, старомодни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντεμοντέ
ντεμοντέ συνώνυμα, ντεμοντέ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ντεμοντέ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- νταμάρι στα βουλγαρικά - кариера, каменоломна, кариерата, плячката, на кариерата
- νταραβέρι στα βουλγαρικά - сделка, ntaraveri
- ντεραπάρω στα βουλγαρικά - занасяне, буксуване, хлъзгане, подхлъзване, плъзгане
- ντιβάνι στα βουλγαρικά - кушетка, диван, заседателна зала, стая за пушене, Divan, дивани
Τυχαίες λέξεις
Ντεμοντέ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: старомоден, старомодна, старомодно, старомодния, старомодни
Μεταφράσεις: старомоден, старомодна, старомодно, старомодния, старомодни