Ξιπασμένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξιπασμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
претенциозен, претенциозно, претенциозния, претенциозни, претенциозна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξιπασμένος
ξιπασμένος έννοια, ξιπασμένος λεξικο, ξιπασμένος συνώνυμα, ξιπασμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξιπασμένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξηρότητα στα βουλγαρικά - сухост, сухо, сухота, изсушаване
- ξινός στα βουλγαρικά - киселинност, кисел, Sour, Заквасена, кисело, вишни
- ξιφασκία στα βουλγαρικά - фехтовка, огради, ограда, заграждения, ограждане
- ξιφολόγχη στα βουλγαρικά - щик, байонет, байонетно, байонетен, байонетна
Τυχαίες λέξεις
Ξιπασμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: претенциозен, претенциозно, претенциозния, претенциозни, претенциозна
Μεταφράσεις: претенциозен, претенциозно, претенциозния, претенциозни, претенциозна