Ξιπασμένος στα δανικά

Μετάφραση: ξιπασμένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forgæves, forfængelig, prætentiøse, prætentiøs, prætentiøst, indbildsk, pretentious
Ξιπασμένος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξιπασμένος

ξιπασμένος έννοια, ξιπασμένος λεξικο, ξιπασμένος συνώνυμα, ξιπασμένος λεξικό γλώσσας δανικά, ξιπασμένος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ξηρότητα στα δανικά - tørhed, tør
  • ξινός στα δανικά - sur, sour, syrnet, sure, Creme
  • ξιφασκία στα δανικά - hegn, fægtning, stakit, indhegning, trådgitter, fencing
  • ξιφολόγχη στα δανικά - bajonet, bajonetten, bayonet, bajonetfatning
Τυχαίες λέξεις
Ξιπασμένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forgæves, forfængelig, prætentiøse, prætentiøs, prætentiøst, indbildsk, pretentious