Πολλαπλός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πολλαπλός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
многократен, кратен, множествена, многократно, множествен
Πολλαπλός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολλαπλός

πολλαπλός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πολλαπλός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πολλαπλασιάζω στα βουλγαρικά - умножавам, размножават, се размножават, умножи, умножете
  • πολλαπλασιασμός στα βουλγαρικά - умножение, размножаване, умножаване, мултиплициране, размножаването
  • πολλοί στα βουλγαρικά - много, доста, много по, множество
  • πολτός στα βουλγαρικά - пулп, пулпа, целулоза, маса, каша
Τυχαίες λέξεις
Πολλαπλός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: многократен, кратен, множествена, многократно, множествен