Πρωκτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πρωκτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анален, аналния, аналната, анална, анално
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωκτικός
πρωκτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πρωκτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προώθηση στα βουλγαρικά - спедиция, изпращане, препращане, изпращането, препращането
- πρωί στα βουλγαρικά - утро, сутрин, сутринта, сутрешното
- πρωτάθλημα στα βουλγαρικά - лига, шампионат, първенство, шампионата, Championship, шампионски
- πρωταγωνιστής στα βουλγαρικά - звезда, протагонист, главен герой, главния герой, главният герой, главно действащо лице
Τυχαίες λέξεις
Πρωκτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: анален, аналния, аналната, анална, анално
Μεταφράσεις: анален, аналния, аналната, анална, анално