Ράθυμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ράθυμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
леност, мързел, безделие, леността, вялост
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράθυμος
ράθυμος ετυμολογια, ράθυμος λεξικο, ράθυμος σημασια, ράθυμοσ ορισμόσ, ράθυμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ράθυμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ράγισμα στα βουλγαρικά - крекинг, спукване, напукване, напукване на, пукнатини
- ράδιο στα βουλγαρικά - радио, радиото, радиочестотния, радио-, на радиочестотния
- ράμπα στα βουλγαρικά - рампа, рампата, наземни, Увеличаване, на рампата
- ράμφος στα βουλγαρικά - банкнота, клюн, човката, човка, клюна, на клюна
Τυχαίες λέξεις
Ράθυμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: леност, мързел, безделие, леността, вялост
Μεταφράσεις: леност, мързел, безделие, леността, вялост