Ράθυμος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ράθυμος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lui, nonchalant, traagheid, lusteloosheid, vadsigheid, indolentie, luiheid
Ράθυμος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράθυμος

ράθυμος ετυμολογια, ράθυμος λεξικο, ράθυμος σημασια, ράθυμοσ ορισμόσ, ράθυμος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ράθυμος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ράγισμα στα ολλανδικά - barst, kier, split, kloof, kraken, scheurvorming, barsten, ...
  • ράδιο στα ολλανδικά - draadloze, radio, radio-, de radio
  • ράμπα στα ολλανδικά - oprit, helling, ramp, opvoeren, het opvoeren
  • ράμφος στα ολλανδικά - vogelbek, plakkaat, rekening, factuur, tuit, aanplakbiljet, rondschrijven, ...
Τυχαίες λέξεις
Ράθυμος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: lui, nonchalant, traagheid, lusteloosheid, vadsigheid, indolentie, luiheid