Σβέρκος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σβέρκος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гърло, врат, деколте, шия, тил, тила
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σβέρκος
ο σβέρκος, σβέρκος συνώνυμα, σβέρκος ανδρέας, νίκοσ σβέρκοσ, σβέρκοσ ηλίασ, σβέρκος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σβέρκος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σβέλτα στα βουλγαρικά - спретнато, добър външен вид, с добър външен вид, добър външен
- σβέλτος στα βουλγαρικά - подвижен, гъвкав
- σβήνω στα βουλγαρικά - изгарям, изгасвам, изгори, да изгори, се изгори
- σβελτάδα στα βουλγαρικά - подвижност, пъргавина
Τυχαίες λέξεις
Σβέρκος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гърло, врат, деколте, шия, тил, тила
Μεταφράσεις: гърло, врат, деколте, шия, тил, тила