Σβέρκος στα ολλανδικά

Μετάφραση: σβέρκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nek, hals, nekvel, scruff
Σβέρκος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σβέρκος

ο σβέρκος, σβέρκος συνώνυμα, σβέρκος ανδρέας, νίκοσ σβέρκοσ, σβέρκοσ ηλίασ, σβέρκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σβέρκος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σβέλτα στα ολλανδικά - nattily
  • σβέλτος στα ολλανδικά - rap, tierig, vief, levendig, handig, vaardig, bedreven, ...
  • σβήνω στα ολλανδικά - doven, blussen, lessen, uitdoven, uitblussen, uitdoen, uitmaken, ...
  • σβελτάδα στα ολλανδικά - rapheid, nimbleness, wendbaarheid, lichtvoetigheid, lenigheid
Τυχαίες λέξεις
Σβέρκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: nek, hals, nekvel, scruff