Σηκώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σηκώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поднивата, вдигам, вдигам се, движа се, издигам се, възсядам се
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σηκώνω
σηκώνω παντιέρα, σηκώνω κεφάλι, σηκώνω συνώνυμα, ονειροκρίτης σηκώνω, σηκώνω μοϊκάνα, σηκώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σηκώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σεφ στα βουλγαρικά - главен готвач, готвач, готвач от
- σηκός στα βουλγαρικά - беседка, ниша, нишата
- σημάδι στα βουλγαρικά - марка, марка на, знак за, белег
- σημαία στα βουλγαρικά - знаме, флаг, флага, знамето, на флага
Τυχαίες λέξεις
Σηκώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: поднивата, вдигам, вдигам се, движа се, издигам се, възсядам се
Μεταφράσεις: поднивата, вдигам, вдигам се, движа се, издигам се, възсядам се