Συναγωγή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συναγωγή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
синагога, синагогата, синагогите, синегога, на синагогата
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναγωγή
συναγωγή των ιωαννίνων, συναγωγή θερμότητας, συναγωγή μοναστηριωτών θεσσαλονίκη, συναγωγή θεσσαλονίκης, συναγωγή χανιά, συναγωγή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συναγωγή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συναίσθημα στα βουλγαρικά - емоция, чувство, усещане, чувството, усещането
- συναγερμός στα βουλγαρικά - тревога, бдителен, буден, сигнал, предупреждение
- συναγωνίζομαι στα βουλγαρικά - конкурират, конкурира, състезават, се конкурират, се конкурира
- συναγωνισμός στα βουλγαρικά - конкуренция, конкурс, конкуренцията, на конкуренцията
Τυχαίες λέξεις
Συναγωγή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: синагога, синагогата, синагогите, синегога, на синагогата
Μεταφράσεις: синагога, синагогата, синагогите, синегога, на синагогата