Συναγωγή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συναγωγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sinagoga, synagogue, sinagogas, sinagoga de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναγωγή
συναγωγή των ιωαννίνων, συναγωγή θερμότητας, συναγωγή μοναστηριωτών θεσσαλονίκη, συναγωγή θεσσαλονίκης, συναγωγή χανιά, συναγωγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συναγωγή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συναίσθημα στα πορτογαλικά - imergir, abalo, emoção, comoção, sentimento, sensação, sensação de, ...
- συναγερμός στα πορτογαλικά - animado, alarmes, alarme, alarma, rebate, alarmar, vivo, ...
- συναγωνίζομαι στα πορτογαλικά - concorrer, rivalizar, competir, compita, competem, concorrência, concorrem
- συναγωνισμός στα πορτογαλικά - concorrência, competidor, concurso, competição, rival, certame, a concorrência, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναγωγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sinagoga, synagogue, sinagogas, sinagoga de
Μεταφράσεις: sinagoga, synagogue, sinagogas, sinagoga de