Σύλληψη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σύλληψη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
арестуване, арестувам, арест, арестуват, арестува
Σύλληψη στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύλληψη

σύλληψη πριν την περίοδο, σύλληψη εμβρύου, σύλληψη γνωστού dj που διακινούσε κοκαΐνη, σύλληψη μιχαλολιάκου, σύλληψη πρετεντέρη, σύλληψη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σύλληψη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σύζυγος στα βουλγαρικά - мъж, жена, съпруг, съпруга, мъжа, съпругът, мъжът
  • σύκα στα βουλγαρικά - смокини, фиг, Фигури, смокините
  • σύμβαση στα βουλγαρικά - съвзе, конвенция, договор, договора, поръчка, договор за
  • σύμβολο στα βουλγαρικά - символ, икона, символа, символи, знак
Τυχαίες λέξεις
Σύλληψη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: арестуване, арестувам, арест, арестуват, арестува