Σύλληψη στα λιθουανικά
Μετάφραση: σύλληψη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
idėja, areštas, būgštavimas, sąvoka, suimti, arešto, areštuoti, sulaikyti, areštu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύλληψη
σύλληψη πριν την περίοδο, σύλληψη εμβρύου, σύλληψη γνωστού dj που διακινούσε κοκαΐνη, σύλληψη μιχαλολιάκου, σύλληψη πρετεντέρη, σύλληψη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σύλληψη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σύζυγος στα λιθουανικά - vyras, žmona, partneris, sutuoktinis, vyro, vyru, vyrui
- σύκα στα λιθουανικά - figa, figos, figų, figas, figoms
- σύμβαση στα λιθουανικά - sutartis, sutarties, sutartį, sutartyje
- σύμβολο στα λιθουανικά - piešinys, simbolis, paveikslas, atvaizdas, paveiksliukas, simboliu, symbol, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύλληψη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: idėja, areštas, būgštavimas, sąvoka, suimti, arešto, areštuoti, sulaikyti, areštu
Μεταφράσεις: idėja, areštas, būgštavimas, sąvoka, suimti, arešto, areštuoti, sulaikyti, areštu