Τρικλίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τρικλίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
влача се, бъркотия, тромава походка, тътря се, влача си краката
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρικλίζω
τρικλίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τρικλίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τριζόνι στα βουλγαρικά - крикет, Cricket, крикета, по крикет, Футбол
- τρικ στα βουλγαρικά - трик, номер, хитрост, триково
- τρικυμία στα βουλγαρικά - буря, бурята, бури, ураган
- τριπλασιάζω στα βουλγαρικά - троен, тройна, тройно, тройни, тройната
Τυχαίες λέξεις
Τρικλίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: влача се, бъркотия, тромава походка, тътря се, влача си краката
Μεταφράσεις: влача се, бъркотия, тромава походка, тътря се, влача си краката