Τσαγκάρης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τσαγκάρης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обущар, обущарски, обущаря, производител на обувки, обущарско
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσαγκάρης
τσαγκάρης αθήνα, τσαγκάρης νίκος, τσαγκάρης παναγιώτης, τσαγκάρης ηρακλής, τσαγκάρης βικιπαίδεια, τσαγκάρης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τσαγκάρης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τσίτα στα βουλγαρικά - гепард, вид леопард, Cheetah, Чийтах, леопард
- τσίτσιδος στα βουλγαρικά - гол-голеничък, чисто гола
- τσακάλι στα βουλγαρικά - чакал, чакала, чакали, чакалът, чакал на
- τσαλαπατώ στα βουλγαρικά - топката, погазване, газя, стъпчат, погазвам, газене
Τυχαίες λέξεις
Τσαγκάρης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обущар, обущарски, обущаря, производител на обувки, обущарско
Μεταφράσεις: обущар, обущарски, обущаря, производител на обувки, обущарско