Τύλιγμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τύλιγμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
амбалаж, опаковка, обвивка, обвиване, опаковъчно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τύλιγμα
τύλιγμα πετσέτας, τύλιγμα κοκορετσιού, τύλιγμα λαχανοντολμάδες, τύλιγμα δώρων, τύλιγμα μαλλιών, τύλιγμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τύλιγμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τόσος στα βουλγαρικά - толкова голяма,, толкова голяма, толкова голямо, толкова голям
- τότε στα βουλγαρικά - след това, тогава, после, след, след което
- τύμβος στα βουλγαρικά - могила, гробна могила, гробница, могилата, надгробна могила
- τύμπανο στα βουλγαρικά - барабан, тъпан, бидон, барабанене, бия барабан
Τυχαίες λέξεις
Τύλιγμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: амбалаж, опаковка, обвивка, обвиване, опаковъчно
Μεταφράσεις: амбалаж, опаковка, обвивка, обвиване, опаковъчно