Τύλιγμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: τύλιγμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поратись, згорніть, забирати, убирати, поратися, упаковка, упакування, пакування, впакування
Τύλιγμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τύλιγμα

τύλιγμα πετσέτας, τύλιγμα κοκορετσιού, τύλιγμα λαχανοντολμάδες, τύλιγμα δώρων, τύλιγμα μαλλιών, τύλιγμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τύλιγμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τόσος στα ουκρανικά - такий, настільки велика,
  • τότε στα ουκρανικά - потім, тоді, був, а потім
  • τύμβος στα ουκρανικά - грабарка, носилки, тачка, похмурий, впливовий, поважний, печальний, ...
  • τύμπανο στα ουκρανικά - барабан, компакт-диск
Τυχαίες λέξεις
Τύλιγμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поратись, згорніть, забирати, убирати, поратися, упаковка, упакування, пакування, впакування